λιβαδίων

λιβαδίων
λιβάδιον
small spring
neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • Λιβαδίων, κοινότητα — Κοινότητα (402 κάτ.) του νομού Κιλκίς, που ανασυστάθηκε με το σχέδιο Καποδίστριας και αποτελείται από τον ομώνυμο οικισμό …   Dictionary of Greek

  • Μογγολία — Κράτος της κεντρικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Ρωσία και στα Α, στα Ν και στα Δ με την Κίνα.Tα εδαφικά όρια της Μ., εξαιτίας των χαρακτηριστικών της περιοχής στην οποία εκτείνεται η χώρα, δεν καθορίζονται από φυσικά στοιχεία, εκτός από το… …   Dictionary of Greek

  • κογιότ — Σαρκοφάγο ζώο της οικογένειας των κυνιδών, που ζει στις δυτικές περιοχές της Βόρειας Αμερικής· η επιστημονική του ονομασία είναι σκύλος ή λύκος των λιβαδιών (Canis latrans). Το σώμα του –μήκους περίπου 90 εκ. χωρίς την ουρά και ύψους στο ακρώμιο… …   Dictionary of Greek

  • σανός — Κομμένο και αποξηραμένο χόρτο που χρησιμοποιείται ως βασική τροφή των ζώων κατά τη χειμερινή περίοδο. Η κοπή του χόρτου, με τα χέρια ή με χορτοκοπτικές μηχανές, αρχίζει όταν έχει εξαφανιστεί η δροσιά. Το χόρτο, καθώς θερίζεται, πέφτει και… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • Astypalea — Gemeinde Astypalea Δήμος Αστυπαλαίας (Αστυπάλαια) …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Gemeinden Griechenlands (1997–2010) — Die folgende Tabelle umfasst alle griechischen Gemeinden, die im Zuge des Kapodistrias Programms von 1997 aus knapp 6.000 kleineren kommunalen Einheiten geschaffen wurden und im Zuge des Kallikratis Gesetzes von 2010 zum 1. Januar 2011… …   Deutsch Wikipedia

  • Liste der Dodekanes-Inseln —  Karte mit allen Koordinaten: OSM, Google oder …   Deutsch Wikipedia

  • αβδελλόχορτο — το χόρτο τών λιβαδιών, στο οποίο αναπτύσσονται οι πλατυέλμινθες μικρό και μεγάλο δίστομο, που προκαλούν στα αιγοπρόβατα τις διστομιάσεις …   Dictionary of Greek

  • βίσονας — Κοινή ονομασία ορισμένων θηλαστικών μηρυκαστικών της οικογένειας των βοοειδών, της τάξης των αρτιοδακτύλων. Παλαιότερα ήταν πολύ διαδεδομένοι στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Όμως, το εντατικό κυνήγι κατά τους τελευταίους δύο αιώνες, για το… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”